top of page

Βαγγέλης Γέττος

Συγγραφέας

Το τέρας που ζητάμε.

Ο κοινωνικός αλγόριθμος μιας περιόδου όπως αυτή που εκτείνεται από τον Μεσοπόλεμο μέχρι τη Χούντα, δεν διαφοροποιείται πολύ από τον σημερινή και δεν θα διαφοροποιηθεί πολύ από τον αυριανή. Αν και οι ιστορικές συγκρίσεις δεν αρκούν για να κατανοήσει κανείς το υλικό βάθος της καθημερινότητας των ανθρώπων, τα υλικά που συνθέτουν τα κολοβά ευρωπαϊκά κράτη της ανατολικής Μεσογείου όπως η Ελλάδα παρουσιάζουν εντυπωσιακή αντοχή στο διάβα του χρόνου: «νόμος και τάξη», «μειοψηφίες που διαταράσσουν την κοινωνική ειρήνη», «ατομική ευθύνη», «καταδικάστε την βία απ’ όπου κι αν προέρχεται», «τα άκρα έλκονται», «τσακώθηκαν για το ποδόσφαιρο»… Και αυτά τα υλικά αναδύονται στην επιφάνεια της δημόσιας ζωής με ακριβή περιοδικότητα όχι σαν αναλυτικά εργαλεία για μια καλύτερη συλλογική ζωή αλλά σαν συνθήματα στα χέρια διεφθαρμένων εξουσιομανών.

Οι καθεστωτικές πολιτείες, τα βαθέα κράτη έχουν ανάγκη τα «τέρατα». Γιατί τα «τέρατα» δεν ξέρουμε από πού έρχονται, τί ζητούν, πού πάνε. Το ποινικό δίκαιο αποφαίνεται εξ ορισμού επί του στενού πυρήνα της «τερατώδους», «ακατανόητης» βίας και όχι επί των αιτίων που την γέννησαν. Τα τέρατα είναι οι φορείς του απόλυτου τρόμου που παραλύει τα νοητικά διαθέσιμα. Τα τέρατα, και τότε και τώρα και αύριο, είναι η βαλβίδα ασφαλείας της πολιτικής αποδρομής μιας κοινωνίας.


Ο Νίκος Κοεμτζής ήταν το σωστό «τέρας», στην κατάλληλη στιγμή. Και αυτό το τέρας το είχαν όλοι ανάγκη. Τον είχε ανάγκη η τυραννία που επεδίωκε να εμφανιστεί ως ένας πολιτειακός παράδεισος «όσον αφορά την τάξιν, ασφάλειαν και ήπιον κλίμα των πολιτών». Τον είχε ανάγκη η κοινωνία που έστεκε βουβή απέναντι στην συνεχιζόμενη τοποθέτησή της στον γύψο. Τον είχε ανάγκη η μαζική επικοινωνία, τα ΜΜΕ, που με αιμοβόρο ενθουσιασμό ανακάλυπταν το απόλυτο εγκληματία τους.


Η ιστορία του Νίκου Κοεμτζή δεν ξεκινά το βράδυ της 25ης Φεβρουαρίου 1973, πάνω στην πίστα της «Νεράιδας της Αθήνας», στην οδό Αγίου Μελετίου 45, στην Κυψέλη, ανάμεσα σε τρία μαχαιρωμένα πτώματα, τραυματίες, πελάτες, γκαρσόνια και μουσικούς να ουρλιάζουν. Ούτε τελειώνει εκεί. Η ιστορία του Κοεμτζή είναι ένα ακόμα γυάλινο, ματωμένο θραύσμα της ιστορίας μιας χώρας που κάθε τόσο σπάει τον καθρέφτη της.


Υ.Γ.: Η συγγραφή του κειμένου δεν θα ήταν δυνατή χωρίς την πολύτιμη συνεργασία του δικηγόρου και αδερφικού φίλου Φώτη Παλαμιώτη. Μέσα σε πανδημικές συνθήκες, ανταποκρίθηκε με ενθουσιασμό στις προκλήσεις της έρευνας στην οποία τον προσκάλεσα να συμμετάσχει. Η από κοινού έρευνα, ειδικά στο δικαστικό σκέλος, μας αποκάλυψε άγνωστες μέχρι τότε σε εμάς και στο ευρύ κοινό πληροφορίες και με οδήγησε σε μία τελείως διαφορετική δημιουργική τροχιά από αυτή που θα διέτρεχα αν βασιζόμουν στις ήδη διαθέσιμες πηγές.

Βαγγέλης Γέττος
bottom of page